Κυριακή
2 Νοεμβρίου, 2008
Στη Μαρία και το Στράτο
Γυρίζει αξημέρωτα.
Το κλειδί στην τσέπη του κρύβεται.
Κάτι τον βαραίνει καθώς γδύνεται.
Σπαράζει ο χρόνος τα κορμιά χωρίς τον έρωτα.
Είναι κουρασμένος.
Από τη βόλτα που δεν έχει τελειωμό.
Έχει τη νύχτα κρεμασμένη στο λαιμό.
Απόψε ο κόσμος είναι πάλι λυπημένος.
Καμία απάντηση.
Το πρώτο φως της μέρας θα του το θυμίσει.
Δε θα μπορέσει η Κυριακή να περπατήσει.
Ικρίωμα η ματαιωμένη του συνάντηση.
Θα ξημερώσει.
Άλλη μια μέρα τυλιγμένη μες στη σκόνη.
Τα ρούχα ένοχα απλωμένα στο μπαλκόνι.
Δεν έχει θάρρος την αλήθεια να απλώσει.
Ψέματα, όλο ψέματα.
Λέξεις το νόημα κυνηγώντας στα πατώματα,
Δύτες πνιγμένοι σε μια θάλασσα ελαττώματα, αχ
Τα παιδιά της πεθυμιάς που βούτηξαν στα αίματα.
3 Νοεμβρίου, 2008 στο 12:43 μμ
Μερικοί άνθρωποι είναι τόσο μα τόσο τυχεροί, όταν απρόσμενα και σχεδόν τυχαία συναντούν κάποιους άλλους ανθρώπους, λιγοστούς, με τους οποίους κάποια αόρατη κλωστή έχει τον τρόπο να τους συνδέσει από την πρώτη κιόλας μέρα.
Οι πολύτιμες αυτές κλωστές στις μέρες μας έχουν κοπεί, κι όσες απέμειναν εμφανίζονται σπάνια και σαν δώρο, φέρνοντας στην άλλη άκρη πλάσματα άξια και μαγικά, που είναι τόσο μα τόσο καλό να ξέρεις πως υπάρχουν -με όποιο τρόπο- στη ζωή σου!
Μάνο, δεν έχω κάτι άλλο να πω, παρά μόνο πως έχει τύχη όποιος σε γνωρίζει.
Ευχαριστώ!
3 Νοεμβρίου, 2008 στο 5:34 μμ
Θεώρημα, είμαι κι εγώ απ’ αυτούς τους τυχερούς ανθρώπους.
3 Νοεμβρίου, 2008 στο 6:12 μμ
εγώ πάλι διάβασα μια ωραία φορτισμένα ανάγνωση της Σονάτας του Ρίτσου.
υγ. Ρε συ Μάνο, κάνεις που κάνεις την αφιέρωση, βάλε λοιπόν και τα αληθινά ονόματα των ανθρώπων, να ξέρουμε σε ποιον και να εικάζουμε το γιατί. Έπηξε η μπλογκόσφαιρα στην ψευδωνυμία.
3 Νοεμβρίου, 2008 στο 6:21 μμ
Μαυροχάλι, unpaiktable! 🙂
lol
3 Νοεμβρίου, 2008 στο 6:57 μμ
Χμμ. Χειμέρια τα πράγματα ! (ανταπαντώ με το σημερινό ποστ)
3 Νοεμβρίου, 2008 στο 8:18 μμ
Herr K.,αριστοφανίζετε κατάφωρα.
Χειμέρια τα πράγματα, γκρινίαζει ο Λάμαχος που πρέπει να σηκωθεί να πάει να φυλάξει σκοπιά στην Πάρνηθα. (Ψάχνει μια κάποια Αθανασία εκεί πάνω.)
Συμποτικά τα πράγματα, σαρκάζει ο Δικαιόπολης, που ετοιμάζεται για μέγα ξεφάντωμα. (Δεν πολυνοιάζεται είναι η αλήθεια, ούτε για την Αλήθεια ούτε για την Αθανασία. Γυρνά από το συμπόσιο με δυό κορίτσια αγκαλία, αλλά τα ονόματά των άλλα. Πάντως τα είχε πάρει νωρίτερα κι εκείνος τα ρίσκα του στα ικριώματα.)
4 Νοεμβρίου, 2008 στο 10:18 πμ
Το μαυροχαλι βγήκε από τη χειμερία νάρκη και απλώνει φιλολογικά σεντονάκι πανέμορφα..
Σε είδα κύριε Κ. Συνομιλούμε μέσω των ποστ, δεν χρειάζονται άλλα λόγια.
4 Νοεμβρίου, 2008 στο 11:39 πμ
Δεν δίνω ονόματα, μείνε με τις εντυπώσεις, μαύροχαλι
4 Νοεμβρίου, 2008 στο 8:47 μμ
Ρε συ, Μάνο, πολύ ωραίο ποίημα!
5 Νοεμβρίου, 2008 στο 1:23 μμ
Επειδή ξέρω ότι είσαι δύσκολος, χαίρομαι διπλά!!